jukebox, η ποίηση στο τραγούδι

Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2012

201 ~ Γιάννης Σκαρίμπας (1893-1984)

Ακούτε: Χορός συρτός

του Χρύσανθου Μουζακίτη
σε ποίηση Γιάννη Σκαρίμπα


με τον Νικόλα Μητσοβολέα (1947-1998)

album: Κέρκυρα '81 - Αγώνες ελληνικού τραγουδιού
(1981)



Κάλλιο χορευταράς να 'μουνα, πέρι,
κόλλες που να κρατώ και μολυβάκια'
θα 'σερνα συρτό χορό, χέρι με χέρι,
μ' όλα μας του γιαλού τα καραβάκια.

κ' έν' αψηλό τραγούδι για σιρόκους
θ' άρχιζα, γι' αφροπούλια και για ένα
γλαρό καράβι, με πανιά και κόντρα φλόκους,
που θα' ρχονταν να μ' έπαιρνε και μένα.

Με χωρίς Καρυωτάκη, Πολυδούρη,
μόνο να τραγουδάν τριγύρω οι κάβοι
κ' οι πέννες μου πενιές σ' ένα σαντούρι -
άσπρα πανιά σου οι κόλλες μου, καράβι!

Γιαλό-γιαλό να φεύγουμε και άντε!
να λέμε όλο για μάτια, όλο για μάτια,
κ' εκεί - λες κομφετί μες στο λεβάντε -
όλα μου τα γραφτά χίλια κομμάτια!


Και, σαν χτισμένη εκεί από κιμωλία,
βαθιά να χάνεται η Χαλκίδα πέρα,
μ' όλα μου ανοιγμένα τα βιβλία -
καθώς μπουλούκι γλάροι στον αέρα!..




uploader: realtvo

Ετικέτες

posted by Κατερίνα Στρατηγοπούλου-Μ. at 24.9.12 0 comments

Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2012

200 ~ Γιώργος Σεφέρης (1900-1971)

Ακούτε: Επιφάνια, 1937 [Κράτησα τη ζωή μου]

του Μίκη Θεοδωράκη
σε ποίηση Γιώργου Σεφέρη


με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση

album: Μίκης Θεοδωράκης, Επιτάφιος - Επιφάνια (1964)


Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού
η μεγάλη πέτρα κοντά στις αραποσυκιές και τ' ασφοδίλια
το σταμνί που δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας
και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου
χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι εκείνο τ' άστρο ο Αλδεβαράν.

Kράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας
ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής
σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς,
καμιά φωτιά στην κορυφή τους' βραδιάζει.


Κράτησα τη ζωή μου' στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή
μια χαρακιά στο γόνατό σου, τάχα να υπάρχουν
στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα
να μένουν εκεί που φύσηξε ο βοριάς καθώς ακούω
γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή.
Τα πρόσωπα που βλέπω δε ρωτούν μήτε η γυναίκα
περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της.
Ανεβαίνω τα βουνά' μελανιασμένες λαγκαδιές' ο χιονισμένος
κάμπος, ως πέρα ο χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν
μήτε ο καιρός κλειστός σε βουβά ερμοκλήσια μήτε
τα χέρια που απλώνουνται για να γυρέψουν, κι οι δρόμοι.
Κράτησα τη ζωή μου ψιθυριστά μέσα στην απέραντη σιωπή
δεν ξέρω πια να μιλήσω μήτε να συλλογιστώ• ψίθυροι
σαν την ανάσα του κυπαρισσιού τη νύχτα εκείνη
σαν την ανθρώπινη φωνή της νυχτερινής θάλασσας στα χαλίκια
σαν την ανάμνηση της φωνής σου λέγοντας «ευτυχία».
Κλείνω τα μάτια γυρεύοντας το μυστικό συναπάντημα των νερών
κάτω απ' τον πάγο το χαμογέλιο της θάλασσας τα κλειστά πηγάδια
ψηλαφώντας με τις δικές μου φλέβες τις φλέβες εκείνες που μου ξεφεύγουν
εκεί που τελειώνουν τα νερολούλουδα κι αυτός ο άνθρωπος
που βηματίζει τυφλός πάνω στο χιόνι της σιωπής.
Κράτησα τη ζωή μου, μαζί του, γυρεύοντας το νερό που σ' αγγίζει
στάλες βαριές πάνω στα πράσινα φύλλα, στο πρόσωπό σου
μέσα στον άδειο κήπο, στάλες στην ακίνητη δεξαμενή
βρίσκοντας έναν κύκνο νεκρό μέσα στα κάτασπρα φτερά του,
δέντρα ζωντανά και τα μάτια σου προσηλωμένα.

Ό δρόμος αυτός δεν τελειώνει δεν έχει αλλαγή, όσο γυρεύεις
να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια, εκείνους που έφυγαν εκείνους
που χάθηκαν μέσα στον ύπνο τούς πελαγίσιους τάφους,
όσο ζητάς τα σώματα που αγάπησες να σκύψουν
κάτω από τα σκληρά κλωνάρια των πλατάνων εκεί
που στάθηκε μια αχτίδα του ήλιου γυμνωμένη
και σκίρτησε ένας σκύλος και φτεροκόπησε η καρδιά σου,
ο δρόμος δεν έχει αλλαγή• κράτησα τη ζωή μου.

Το χιόνι και το νερό παγωμένο στα πατήματα των αλόγων.

(Γιώργος Σεφέρης, Ποιήματα - εκδ. Ίκαρος, 1974)



Oλόκληρο το ποίημα, με τον Αντώνη Καλογιάννη
(σε δύο μέρη)




uploader: Lynkeas

Ετικέτες ,

posted by Κατερίνα Στρατηγοπούλου-Μ. at 4.9.12 0 comments